gianakopoulos

Του Ηλία Γιαννακόπουλου/Φιλολόγου

 

        «Χωριό μου χιλιοστόλιστο / με δέντρα και ραχούλες / με τις πολλές βουνοκορφές / τις κρύες τις βρυσούλες. / Καταμεσής στον Κόζιακα / στις ρίζες απλωμένο / απ΄ των ανέμων τις βουλές / είσαι προστατευμένο…» (Στέφανος  Ντάκος,  “Θύμησες”).

         Η βιβλιοκριτική πολλές φορές κινδυνεύει να εκτραπεί σε ένα ηχηρό δοξαστικό τόσο για τον συγγραφέα, όσο και για το περιεχόμενο του ίδιου του βιβλίου(πρωτοτυπία, ύφος, γλωσσική αρτιότητα…). Άλλες φορές, όμως, κινδυνεύει να ομολογήσει την αδυναμία της  να αποδώσει με νοηματική επάρκεια το περιεχόμενο ενός βιβλίου, γιατί η αναγκαία περιληπτική αναφορά και ο συντομευμένος λόγος αφήνουν εκτός σχολιασμού πολλά και βασικά κεφάλαιά του.

           Αν όλα τα παραπάνω συνιστούν υπαρκτούς κινδύνους για κάθε βιβλιοκριτική, για την παρούσα βιβλιοκριτική του βιβλίου του Δασκάλου Γεωργίου Β. Παπαβασιλείου «ΠΙΑΛΕΙΑ» (Πόλις Θεσσαλική υπό το Κερκετικόν  όρος»,2023) ο κίνδυνος πηγάζει από την εντοπιότητα του κρίνοντος και από τον συναισθηματικό του δεσμό (πώς θα μπορούσε να γίνει άλλωστε;) με τον γενέθλιο τόπο του,  το χωριό του. Κι αυτό γιατί κάθε φορά που μιλώ ή γράφω για το χωριό μου (Πιάλεια) κατά έναν ασυνείδητο τρόπο ηχούν έντονα τα λόγια ενός παλιού τραγουδιού της Βέμπο.

      “Χωριό μου Χωριουδάκι μου και πατρικό σπιτάκι μου / Εκεί η ψυχή μου ανηφορίζει από χρόνια / Και η φωνή μου τραγουδάει με λυγμούς”.

        Τις λογικές παρεκτροπές και τις ανομολόγητες σκοπιμότητες μιας βιβλιοκριτικής μπορείς να τις τιθασεύσεις ή και να ελαχιστοποιήσεις. Το συναίσθημα, όμως, πώς να το ποδηγητήσεις  χωρίς ο λόγος να χάσει την φρεσκάδα, την αμεσότητα, την οικειότητα και τη πειστικότητά του;

         Τελικά στη ζωή τίποτα δεν είναι εύκολο, αφού και μία απλή βιβλιοκριτική υποχρεώνει τον γράφοντα να απολογηθεί για κάποιες τυχόν ασυνέπειές του (δεοντολογικές, γλωσσικές, υφολογικές…).Ας είναι όμως.

          Το βιβλίο είναι μία ιστόρηση της πολύχρονης παρουσίας και διαδρομής του Χωριού του ν. Τρικάλων , της αρχαίας Πιάλειας που χρόνια τώρα την βασανίζει ένας τόνος ή παρατονισμός, χωρίς ευτυχώς να την πληγώνει (Πιάλεια ή Πιαλεία;).

          Ο Τόπος-Φύση, οι Άνθρωποι, ο Πολιτισμός  και γενικότερα η Ιστορία συνθέτουν το βασικό και αναγκαίο πλαίσιο μέσα στο οποίο ο αναγνώστης μπορεί να παρακολουθήσει την μακρά ιστορική πορεία του χωριού. Να παρακολουθήσει τις δραστηριότητες, τις ανησυχίες και τις προσπάθειες, τη δόξα και τα πάθη των ανθρώπων που αγωνίστηκαν να επιβιώσουν σε δύσκολους καιρούς και να αφήσουν τη διάδοχη κατάσταση στις επόμενες γενιές χωρίς άλματα και ιστορικές ασυνέχειες (δεν το λες και εύκολη υπόθεση αυτό για ένα χωριό).

         Βέβαια το κυρίαρχο στοιχείο, που συνιστά και το διαχρονικό και ιστορικό οικόσημο του χωριού, είναι η μορφή του Α σ κ λ η π ι ο ύ. Ο συγγραφέας με πληθώρα στοιχείων πραγματεύεται με πειστικό τρόπο το μύθο  της καταγωγής του μέγιστου των ιατρών που τον διεκδικεί η μισή Ελλάδα. Τα αρχαιολογικά ευρήματα (Παλιόκαστρο) και η πλούσια σε βότανα περιοχή του Κόζιακα (Κερκέτιον  Όρος) συνηγορούν υπέρ της σχέσης του Ασκληπιού με το αρχαίο χωριό, την ΠΙΑΛΕΙΑ.

        Τα τυχόν προβλήματα για την προέλευση του ονόματος Π Ι Α Λ Ε Ι Α, αν και παρατίθενται από τον συγγραφέα πειστικά και ακαταμάχητα τεκμήρια, δεν αναιρούν, ούτε ακυρώνουν την ιστορικότητα του Χωριού που κατά καιρούς εμφανίστηκε και με διαφορετικά ονόματα: Λεπενίτσα, Καρβουνολεπενίτσα. Ο αρχαίος Π ι α λ ε ύ ς, απόγονος του ομηρικού Αχιλλέα, φαίνεται να είναι ο γενάρχης του χωριού.

          Στο βιβλίο με πολλές λεπτομέρειες παρατίθενται στοιχεία για τον δεσπόζοντα ρόλο του χωριού στην διαχρονική του διαδρομή, αφού για πολλά χρόνια ή και αιώνες υπήρξε αναμφισβήτητα το διοικητικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής. 

         Στην ιστορική ταυτότητα του χωριού είναι ενσωματωμένοι και οι αγώνες των ανταρτών εναντίον των Γερμανών. Το χωριό λόγω και της μορφολογίας του εδάφους υπήρξε ανταρτοχώρι  με γνωστούς αγωνιστές.

          Ωστόσο, εκείνο το στοιχείο που ανέδειξε την  Π Ι Α Λ Ε Ι Α  ως όνομα είναι ο πρώτος νεκρός του ΕλληνοΙταλικού πολέμου, ο  Βασίλειος  Τσαβαλιάρης. Το χωριό μας οφείλει πολλά στον συγγραφέα του βιβλίου, αφού πρώτος αυτός μετά από επίπονη έρευνα έφερε στην επιφάνεια τη δράση και τη θυσία του παραπάνω ήρωα. Η σχετική εκδήλωση, τα Τσιαβαλιάρεια, προς τιμήν του πεσόντα συνιστά ένα ακόμη σημείο αναφοράς της ιστορικής προσφοράς του χωριού στην ελληνική ιστορία.

        Στο βιβλίο ο αναγνώστης μπορεί να βρει άκρως ενδιαφέροντα στοιχεία για την Οικονομική, την Κοινωνική, την Θρησκευτική , την Οικογενειακή και την Πνευματική-Πολιτιστική ζωή των κατοίκων που αποτυπώνουν με περισσή ενάργεια την βαθύτερη ταυτότητα του χωριού.  Κι αυτό γιατί  την Ταυτότητα και την Ιστορία ενός τόπου δεν την ανιχνεύεις και δεν την ανακαλύπτεις μόνον στα μεγάλα γεγονότα και στα επώνυμα Πρόσωπα, αλλά και στην καθημερινότητα των κατοίκων του.

          Ο συγγραφέας ( ερευνητής και σχολαστικός αλλά όχι τυπολάτρης), με λόγο απλό και άμεσο με επιμονή στην λεπτομέρεια, όπου επιβάλλεται, διευκολύνει  την ανάγνωση του βιβλίου και τον υποχρεώνει να συνεχίζει την ανάγνωση. 

          Στα θετικά του βιβλίου συμπεριλαμβάνονται η πλούσια εικονογράφηση και το Γλωσσάριο καθώς και η πλούσια βιβλιογραφία, τόσο ωφέλιμη για την επιστημονικότητα  του βιβλίου και για τους συνεχιστές μιας πιθανής μελλοντικής επανέκδοσης.

           Ένα βιβλίο κόσμημα για τον συγγραφέα και για τους Π ι α λ ε ι ώ τ ε ς. Ένα βιβλίο δώρο για τους ντόπιους και τους ερευνητές. Ένα βιβλίο που γεννά υποχρεώσεις σε όσους θα συνεχίσουν να ζουν σε αυτό το ιστορικό χωριό, που δεν ταυτίστηκε μόνον με τα ξακουστά προϊόντα του τα «Πασταλάκια» (πράσινα φασολάκια).

           Κι επειδή ένα Χωριό, όπως και μία Πόλις, δεν είναι μόνον ο τόπος, αλλά πρωτίστως και κατά κύριο λόγο οι ά ν θ ρ ω π ο ί  του, όπως χιλιάδες χρόνια πριν διακήρυξε ο Θουκυδίδης «Άνδρες γαρ Πόλις», είναι αδήριτη ανάγκη να ενισχύσουμε τους δεσμούς μας με τον γενέθλιο τόπο μας. Αυτόν τον αρχέγονο, όσο και επιστημονικά ανεξήγητο δεσμό, η νέα γενιά οφείλει να τον διατηρήσει και να τον ισχυροποιήσει με δημιουργικό τρόπο.

          Τελικά, στο μέτρο του δυνατού, απέφυγα τις συναισθηματικές  παρεκτροπές, όπως προείπα, και να μην αδίκησα ούτε το βιβλίο ούτε τον συγγραφέα, που πολύ λίγη έχει ανάγκη  από τα δικά μου δοξαστικά μιας βιβλιοκριτικής.

          Εν τω μεταξύ εδώ και ώρα στοίχειωσαν στη μνήμη μου οι στίχοι του ποιήματος ενός εμβληματικού δασκάλου του χωριού μου, του Γεωργίου Κούγκουλου:

         “Ο τόπος εδώ σαν Πιάλεια περνά στην ιστορία / με ίχνη πάντα, πολλών εν χώρω  μνημείων / στο μεγάλο της ναι αμφιθεατρικό χώρο / που ποτέ δε χάθηκαν, στο διάβα του χρόνου” (“Σκόρπια της ζωής μου βιώματα”).                    

Load More Related Articles
Load More In Βήμα των πολιτών
Comments are closed.

Check Also

Νέους δρόμους συνεργασίας στα αγροτικά προϊόντα ανοίγει η συνάντηση Αυγενάκη με τον Κινέζο ομόλογό του

Συμφωνίες για ανάληψη πρωτοβουλιών που θα εμβαθύνουν τις σχέσεις Ελλάδας – Κίνας στο…