porta panagia 1

Panagos

 

 

 

 

Του Βασίλη Πανάγου

«Είχα την τύχη να οδοιπορήσω  σε μέρη μαγευτικά κι απόκοσμα, μια γλυκιά και γαλήνια ημέρα του Αυγούστου.  Να ακολουθήσω τα ίχνη της ρωμαϊκής ατραπού, ανάμεσα από ανθισμένες λυγαριές φυτεμένες  δίπλα στη χαλικόστρωση κοίτη του Πορταϊκού.

Το μονοπάτι  σε οδηγεί  στον πελώριο βράχο  «Σκαλίτσα»,  που κατεβαίνει απότομα από το βουνό μέχρι την κοίτη του ποταμού. Ο βράχος  μοιάζει με πέτρινο φράχτη –  λες και φτιάχτηκε από κάποιο  χέρι θεϊκό – με σκοπό να προστατέψει τον ιερό τόπο των Μεγάλων Πυλών.  Κάτι όμως που στάθηκε αδύνατο, γιατί  αυτή η θέση ήταν πάνω σε ένα σημαντικό οδικό δίκτυο και συχνά ευάλωτη στις βαρβαρικές επιδρομές.

Ήταν ένα  πέρασμα στρατηγικής σημασίας, που οδηγούσε μέσα από το επιβλητικό  φαράγγι της Πόρτας  στην ορεινή χώρα των Αθαμάνων και στο λιμάνι της Αμβρακίας.  Προσπερνώ – με μια δόση πικρίας και ντροπής – τα απομεινάρια μιας παλιάς εκκλησίας, αφιερωμένη στους Δώδεκα Απόστολους.   Χτίσματα αφημένα στο έλεος της φθοράς του χρόνου και στο μένος  των νερών του ποταμού.

Εδώ,  κυριαρχεί η εικόνα της εγκατάλειψης και της αδιαφορίας  των ανθρώπων, που δεν κατάφεραν να περισώσουν μνημεία της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς. Μπροστά μου προβάλει με μεγαλοπρέπεια η εκκλησία της Πόρτας Παναγιάς, ντυμένη στα βυζαντινά της χρώματα. Ο κεραμοπλαστικός διάκοσμος φτιαγμένος με τεχνική επιδεξιότητα,  χαρίζει συμμετρία και εξαίρετο αισθητικό αποτέλεσμα. Πρόκειται για μνημείο ανείπωτης αρχιτεκτονικής ομορφιάς και πνευματικότητας, που κατάφερε σε  χαλεπούς καιρούς να προσφέρει πίστη και ελπίδα στους υπόδουλους χριστιανούς.  Στα τοιχώματα της εκκλησίας,  παραμένουν ορατά  τα σημάδια των μαχών,  που αυτή  έδωσε με τον  χρόνο και την οργή των ανθρώπων.

Το μοναστήρι της Μεγάλης Πόρτας  αφιερώθηκε στην «Ακαταμάχητο» Θεοτόκο.   Ονομασία με λόγια προέλευση, η οποία εκδηλώνει τις ιδιότητες της Θεοτόκου ως «νικοποιός  και προστάτιδα του στρατού». Τη Μεγαλόχαρη Παναγιά   της Πόρτας που δεν υποτάσσεται στους εχθρούς της, αλλά μάχεται για να υπερασπιστεί τα εδάφη του ορθόδοξου θεσσαλικού κρατιδίου.  Συλλογίζομαι πως  ο ναός αυτός διατηρεί μια ιστορική συνέχεια  με τον  βυζαντινό κόσμο.

Τι να άλλαξε άραγε από τον Ακάθιστο Ύμνο  του έτους 626, όπου η Θεοτόκος αποκαλούνταν «υπέρμαχος στρατηγός»,  μέχρι το 1283 που έφερε την προσωνυμία  «Ακαταμάχητος»; Τελικά, η επίκληση των πιστών στο πρόσωπο της Θεοτόκου παραμένει ανά τους αιώνες πάντοτε ίδια και αναλλοίωτη.

Στον περιβάλλοντα χώρο της εκκλησίας διακρίνω απομεινάρια της αρχαίας εποχής και της  βυζαντινής τέχνης.  Η ιερότητα του χώρου κυριαρχεί στο κάθε σου  βήμα και νιώθεις πως  ο τόπος αυτός ήταν δοσμένος  να υπηρετεί αρχαίες μούσες και αγίους.  Οι  λιγοστές τοιχογραφίες που διασώθηκαν απεικονίζουν με μοναδικό τρόπο τη βαθιά πίστη των αγιογράφων. Στον εσωτερικό διάκοσμο κυριαρχούν οι μορφές των αγγέλων, που ήταν οι φερόμενοι προστάτες των δεσποτών της Ηπείρου και της Θεσσαλίας.

porta 2Πρόσωπα αγγέλων και αγίων ζωγραφισμένα με χρώματα απαλά, που εκπέμπουν διάχυτο φως, απλότητα και ευγένεια. Αντικρίζω με δέος την εντυπωσιακή τοιχογραφία της «Σύναξη των Αγγέλων». Μορφές ταπεινές και απόλυτα φυσικές,  χωρίς  περιττά σχήματα και εκφράσεις. Εδώ, κυριαρχεί η αψεγάδιαστη ομορφιά, φτιαγμένη με λιτότητα και καθαρότητα.  Το μαρμάρινο τέμπλο με τον πλούσιο γλυπτικό διάκοσμο και τις ψηφιδωτές εικόνες, τονίζει τη βυζαντινή καταγωγή του ναού. Φανερώνει τον σημαντικό ρόλο που είχε αυτό το λαμπρό  μοναστήρι σε μια ταραγμένη περίοδο, γεμάτη από συγκρούσεις.

Στέκομαι μπροστά από τον τάφο του σεβαστοκράτορα Ιωάννη και παρατηρώ με συγκίνηση τη θαυμάσια κτητορική τοιχογραφία. Ένας άγγελος – προπομπός  – οδηγεί τον  άλλοτε ισχυρό  ηγεμόνα της Θεσσαλίας  ενδεδυμένο  ως μοναχό,  προς τη Θεοτόκο. Στη σκέψη μου έρχεται η υπενθύμιση που επέβαλε ο βασιλιάς Φίλιππος Β΄ προς τον εαυτό του:  “Μέμνησο ότι άνθρωπος ει” ( να θυμάσαι ότι είσαι άνθρωπος).

Τις σκέψεις μου διακόπτει η καμπάνα του μεγάλου εσπερινού. Η Εκκλησία γιορτάζει την Απόδοση της Κοίμησης της Θεοτόκου.  Το πανηγύρι της Πόρτας Παναγιάς ήταν από τα αρχαιότερα και  σπουδαιότερα της Θεσσαλίας και  τον 19ο αιώνα διαρκούσε τρεις ημέρες. Την πρώτη πληροφορία για τη διοργάνωση του, την αντλούμε στην οθωμανική απογραφή των ετών 1454-1455. Ο θεσμός του όμως είναι αρχαιότερος και ξεκινάει από τους βυζαντινούς χρόνους.

Σε λίγο, ο χώρος της εκκλησίας θα πλημυρίσει από πλήθος πανηγυριστών που θα έρθουν από κοντινές και μακρινές περιοχές, για να ανάψουν  ένα κεράκι  και για να ψωνίσουν στην υπαίθρια αγορά.  Τα  λιθόστρωτα δρομάκια θα είναι κατάμεστα  από ανθρώπους και εμπορεύματα.   Χωρικοί, μικροεπαγγελματίες , έμποροι και τεχνίτες,  θα στήσουν ξύλινους πάγκους για να εναποθέσουν τα προϊόντα τους.  Η άνυδρη  ποταμιά θα γεμίσει  με ζώα, που προορίζονται για πώληση.  Όταν πέσει στο σκοτάδι θα ξεκινήσει το γλέντι, με ψητά κρέατα και ντόπιο κρασί. Ενώ, οι λαϊκοί οργανοπαίχτες με κλαρίνα και βιολιά θα ανάψουν το κέφι για χορό».

 

Load More Related Articles
Load More In Βήμα των πολιτών
Comments are closed.

Check Also

Το Σάββατο 27/4 & στα Τρίκαλα, η Ημερίδα «Αγροδιατροφή και Τουρισμός-Πολιτισμός», από την Περιφέρεια Θεσσαλίας

Η  Περιφέρεια Θεσσαλίας  και το Περιφερειακό Συμβούλιο  Έρευνας και Καινοτομίας, σας  προσ…