
(Η Αετομηλίτσα, στις πλαγιές του Γράμμου, όπου οι κάτοικοι σου εξιστορούν πως μεγάλωσαν παίζοντας με αληθινά όπλα που έβρισκαν κρυμμένα στο βουνό, από την εποχή του Εμφυλίου. (Φωτο: Δημήτρης Τοσίδης)
Από το 2018, μια ομάδα ανθρώπων εργάζονται για να διανοίξουν παμπάλαια μονοπάτια στην ενιαία διαδρομή Pindus Trail, μήκους 860 χλμ., από τους Δελφούς έως τις Πρέσπες.
Ένας άθλος με πολλές κοινωνικές προεκτάσεις και απώτερο στόχο την επανακατοίκηση της οροσειράς
Κάποια μονοπατια, όπως εκείνα στα βουνά της Ρούμελης, τα χρησιμοποιούσαν οι αγωνιστές της Επανάστασης. Άλλα, στον Γράμμο και στα Τζουμέρκα, οι αντάρτες, ενώ έμποροι και κτηνοτρόφοι διέσχιζαν τη βλαχόστρατα που ένωνε κάποτε την Ήπειρο με τη Θεσσαλία. Πολλά, ακόμα μικρότερα μονοπάτια τα ακολουθούσαν καθημερινά τα παιδιά των χωριών απλώς για να πάνε σχολείο.
Αυτές τις διαδρομές, από τους Δελφούς έως τις Πρέσπες, συνολικού μήκους 860 χλμ. ενώνει, μεταξύ άλλων, το Pindus Trail, που ξεκίνησε να διανοίγεται το 2018 και φέτος αδειοδοτήθηκε και παραδόθηκε στο κοινό ένα σκέλος 90 χλμ. Πρόκειται για ένα γιγαντιαίο πρότζεκτ, το οποίο είναι εν εξελίξει και βασίστηκε στο όνειρο και στον ρομαντισμό κάποιων ανθρώπων που θέλουν να δουν τις παλιές στράτες των βουνών να ζωντανεύουν.
Το μονοπάτι Pindus Trail συγκεντρώνει όλες τις προϋποθέσεις για να ενταχθεί στις μεγάλες πεζοπορικές διασχίσεις που ήδη εκτιμά το παγκόσμιο περιπατητικό κοινό. Οι βιώσιμες πρακτικές για τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και η ανάπτυξη του οικοτουρισμού, σύμφωνα με την ομάδα την οποία συναντήσαμε μέσα στα δάση να εργάζεται πριν ακόμη λιώσουν τα χιόνια, έχουν στόχο την ενίσχυση της τοπικής οικονομίας, την εμψύχωση του ντόπιου πληθυσμού και –γιατί όχι;– την επανεγκατάστασή του στα βουνά.
Το μονοπάτι Pindus Trail συγκεντρώνει όλες τις προϋποθέσεις για να ενταχθεί στις μεγάλες πεζοπορικές διασχίσεις που ήδη εκτιμά το παγκόσμιο περιπατητικό κοινό.
Το αίτημα του Pindus Trail, λοιπόν, το οποίο έχει συνεπάρει εκατοντάδες εθελοντές, ντόπιους και μη, Έλληνες και ξένους, δεν είναι ακριβώς (ή αμιγώς) η αναβίωση των παλιών οδών επικοινωνίας των ορεινών κοινοτήτων για φυσιολατρικούς λόγους, αλλά η αναβίωση της ίδιας της Πίνδου. Ως μια αντίδραση απέναντι στην ερημοποίηση, το Pindus Τrail μοιάζει να είναι ένα πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.
Σκυταλοδρομία ονείρου
Η Πίνδος περιλαμβάνει τα εμβληματικά βουνά του Γράμμου, των Τζουμέρκων, του Λάκμου, της Τύμφης, των Αγράφων, αλλά και τα Βαρδούσια, την Γκιώνα, τον Παρνασσό, έχει αμέτρητες κορυφές πάνω από τα 2.000 μ. και τη διατρέχουν μερικοί από τους σημαντικότερους ποταμούς της Ελλάδας, όπως ο Αχελώος, ο Αώος, ο Άραχθος.
Όμως είναι αυτό που είναι χάρη και στους ανθρώπους της, τους ορεσίβιους πληθυσμούς οι οποίοι πολέμησαν, καλλιέργησαν, βόσκησαν, επιβίωσαν σε ένα σκληροτράχηλο τοπίο για αιώνες, αφήνοντας πίσω πλήθος θρύλων και παραδόσεων, αλλά και σπουδαία πολιτιστική κληρονομιά: εντυπωσιακά λιθόκτιστα μονοπάτια, καλντερίμια και σκάλες, τοξωτά γεφύρια, αρχαία υδραγωγεία και οχυρώσεις, νεροτριβές, στρούγκες, αναβαθμίδες παντού.
Όλα μαρτυρούν την κίνηση που επικρατούσε κάποτε σε ρέματα και φαράγγια, σε ορεινά λιβάδια και δάση, σε κοιλάδες και κορυφές, πάνω στη μεγάλη οροσειρά που έχει μήκος 250 χλμ. σε νοητή ευθεία – από την Κορυτσά έως τον Κορινθιακό Κόλπο. Η εικόνα άλλαξε μεταπολεμικά, με τη διάνοιξη δρόμων, τη μετανάστευση και την εγκατάλειψη του πρωτογενούς τομέα. Και η δύσκολη ζωή στην Πίνδο είναι κάτι που οι παλιοί ούτε θέλουν να θυμούνται ούτε εύχονται στα παιδιά τους.
Για εκείνους, το βουνό ήταν αναγκαίο κακό και αυτή η νοοτροπία κράτησε εν πολλοίς έως τις μέρες μας, για να καταρριφθεί από τις νέες γενιές, που στρέφονται ξανά στη φύση, μόνιμα ή περιοδικά, για καλύτερη ποιότητα ζωής.
Μια τέτοια στροφή έκανε και ο 45χρονος Απόστολος Τσιμπανάκος, εμπνευστής του Pindus Trail. Από μικρός στα βουνά, με σπουδές στον τομέα δομικών έργων και στο σχέδιο, ορειβάτης, αναρριχητής, «φαραγγάς», διάνοιγε από παιδί μονοπάτια στο εξοχικό του, στο Πήλιο, για τη χαρά της εξερεύνησης. Η επαγγελματική ενασχόληση με διανοίξεις μονοπατιών και συνοδεία ανθρώπων στο βουνό, μέσω της εταιρείας του Exp-Trek, ήταν φυσική εξέλιξη.
Ο πολυσχιδής Βολιώτης, γοητευμένος από την Πίνδο από τα σχολικά βιβλία και τους ήρωες της Επανάστασης, ένιωθε δέος, το οποίο κορυφώθηκε στο πρώτο του ταξίδι, ως έφηβος, στη Βάλια Κάλντα. Έκτοτε εξερεύνησε κάθε σπιθαμή της οροσειράς, εκστασιασμένος από τα τοπία αλλά και τη σκληρή ζωή των ορεσίβιων, και θέλησε να ζήσει εκεί, ως διαχειριστής καταφυγίων στα Τζουμέρκα, για κάποια χρόνια.
Το όραμα για το Pindus Trail πήρε μορφή το 2018: «Πάντα ήθελα να ενώσω όλα αυτά τα βουνά, αλλά ακουγόταν κάπως τρελό, οπότε δεν το ξεστόμιζα», παραδέχεται. Μέχρι που γνώρισε τον Βρετανό εξερευνητή Τιμ Σάλμον, ο οποίος είχε γράψει τον πρώτο του οδηγό για την πεζοπορική διάσχιση της ορεινής Ελλάδας το μακρινό 1986. «Μόλις κατάλαβα ότι είχε περπατήσει τα μονοπάτια, και μάλιστα είχε ενημερώσει την έκδοση το 2018 με επιτόπια έρευνα, ενθουσιάστηκα. Όταν γνωριστήκαμε, βρήκε εκείνος έναν ώμο να ακουμπήσει το όνειρό του για την Πίνδο και εγώ έναν μέντορα να με καθοδηγήσει. Δεσμεύτηκα να συνεχίσω το έργο του. Ο Τιμ, μέχρι σήμερα, στα 85 του, ασχολείται κάθε μέρα με το Pindus Trail, από το να κάνει επαφές για δωρεές μέχρι τις εργασίες πεδίου», εξομολογείται.
«Πάντα ήθελα να ενώσω όλα αυτά τα βουνά, αλλά ακουγόταν κάπως τρελό, οπότε δεν το ξεστόμιζα», λέει ο Απόστολος Τσιμπανάκος, εμπνευστής του Pindus Trail.
Ο Τσιμπανάκος μαζί με τον Σάλμον και ακόμα δέκα άτομα διαφορετικών ειδικοτήτων από όλη την Ελλάδα, σύστησαν την Κοιν.Σ.Επ. Terra Pindus και από κοινού με μερικούς σταθερούς συνεργάτες, όπως ο Μίλτος Ζέρβας του περιοδικού Ανεβαίνοντας και εθελοντές που εναλλάσσονται, κάνουν πράξη αυτό το μεγαλεπήβολο σχέδιο με τη συνδρομή ιδιωτών. Ασφαλώς, κάθε βοήθεια σε υλικά είναι ευπρόσδεκτη από τις τοπικές αρχές, όπως φυσικά και οι γνωμοδοτήσεις.
Το μονοπάτι έχει μήκος στον κεντρικό άξονα 630 χλμ. και ακόμα 230 χλμ. σε πλευρικές διακλαδώσεις, ώστε να δίνονται επιλογές αλλά και για να «κουμπώσουν» πάνω του τα τοπικά πεζοπορικά δίκτυα. Συναντά 57 χωριά και τρεις πόλεις, ενώ χωρίζεται σε 42 ημερήσια τμήματα (+ 12 για τις διακλαδώσεις), που περιλαμβάνουν 11-24 χλμ. πεζοπορίας. Φέτος αδειοδοτήθηκε το τμήμα Δελφοί-Αρτοτίνα, με μήκος 90 χλμ.
Από Αρτοτίνα έως Αετομηλίτσα Γράμμου (420 χλμ.) το μονοπάτι έχει εξερευνηθεί, καταγραφεί, καθαριστεί μερικώς, ενώ έχουν γίνει και προσημάνσεις – πρακτικά δηλαδή μπορεί κανείς να το διασχίσει, παρότι εκκρεμούν μελέτες που θα αποδώσουν τις προδιαγραφές που έχει θέσει η ομάδα.
Για την ασφάλεια των πεζοπόρων, μάλιστα, οι οποίοι ήδη το περπατούν, δημιουργήθηκε το pindustrail navigator, το οποίο δείχνει επιπλέον την ακριβή βατότητα κάθε σημείου. Από την Αετομηλίτσα έως την Πρέσπα (δεν ανήκει στην Πίνδο, αλλά δίνει μια εξαιρετική ευκαιρία για διασυνοριακή επέκταση) περίπου 120 χλμ. είναι υπό διερεύνηση.
Ζωή στο βουνό
«Θέλω να πάω μακριά, όχι ψηλά» είναι το μότο του Τσιμπανάκου υπέρ των διασχίσεων, αντιδρώντας στην κορυφολαγνεία των περισσότερων πεζοπόρων και αναδεικνύοντας την ήδη ανεπτυγμένη στο εξωτερικό κουλτούρα των διασχίσεων, οι οποίες προσεγγίζουν ήπια τον προορισμό και στηρίζουν την τοπική κοινωνία σε υγιές πλαίσιο. Το Pindus Trail, άλλωστε, φιλοδοξεί να προσελκύσει στα βουνά και ενσυνείδητους επισκέπτες, και μόνιμους κατοίκους, σε ένα πλαίσιο αλληλοσεβασμού.
Γιατί αν, για παράδειγμα, εκλείψουν οι κτηνοτρόφοι από τη δρακόλιμνη Βερλίγκα (το οποίο θα εύχονταν κάποιοι πεζοπόροι για να μην κινδυνεύουν από τα τσοπανόσκυλα), το τοπίο θα αλλάξει και οι μαίανδροι του Αχελώου θα εξαφανιστούν κάτω από το ψηλό χορτάρι. «Ο πολιτισμικός μας πλούτος, οι λιθοδομές δηλαδή, χάνεται. Όπως και η ανθρώπινη παρουσία. Πρέπει να δράσουμε, καθώς τα επόμενα χρόνια δεν θα υπάρχει τίποτα. Άνθρωποι με τεχνογνωσία πρέπει να βγουν μπροστά, να προταθούν λύσεις, να ενισχυθεί ο πρωτογενής τομέας. Δεν είναι ο τουρισμός η σωτηρία», λέει ο Τσιμπανάκος.
Ο 40χρονος Γιώργος Παφίλης ζει στο Δίστρατο Κόνιτσας από τότε που γεννήθηκε, λειτουργώντας το καφενείο Μπριάζα. Όταν το 2017 γνώρισε τον Τσιμπανάκο, ο οποίος βρέθηκε στο χωριό με κρυφή επιθυμία να ενώσει το Δίστρατο με τη Βωβούσα και τη Σαμαρίνα, του εκμυστηρεύτηκε πως σκέφτεται να φύγει – η ζωή στον οικισμό των 130 κατοίκων δεν ήταν για νέο άνθρωπο, παρότι ήδη υπήρχαν επισκέπτες λόγω της γειτνίασης με το χιονοδρομικό κέντρο Βασιλίτσας.
Ο Αποστόλης τού ζήτησε να του δώσει έναν χρόνο, τον παρακάλεσε να μείνει και να βοηθήσει στη διάνοιξη του μονοπατιού. Ο Παφίλης ανταποκρίθηκε αμέσως: τότε ξεκίνησε ουσιαστικά να διανοίγεται το Pindus Trail, ενώ ο Παφίλης, καθώς η κίνηση αυξήθηκε, ζει ακόμη στο Δίστρατο, συντηρώντας μάλιστα το μονοπάτι. Ομοίως, ο Θωμάς Σκύλλας, που λειτουργεί ξενώνα στην Καλή Κώμη Αργιθέας, μια αρκετά απομονωμένη περιοχή, η οποία φιλοξενεί κυρίως πεζοπόρους.
Υποστηρικτικοί όμως είναι και οι παλιοί ξενοδόχοι-οικοδεσπότες, οι οποίοι επιβιώνουν στα βουνά εδώ και αρκετές δεκαετίες, δημιουργώντας μόνοι τους τις προϋποθέσεις, όπως ο Ναπολέων Ζάγκλης στους Καλαρρύτες και ο Κώστας Γαντζούδης στα Επινιανά Αγράφων. Βοηθούν την ομάδα με τις γνώσεις και τις δυνάμεις τους, προσφέροντας επιπλέον στους επισκέπτες διαμονή, φαγητό και πληροφορίες καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
«Έχουμε ωραία αλληλεπίδραση με τους ντόπιους. Η όλη δράση τούς εμψυχώνει και θέλουν να συνδράμουν με κάθε τρόπο», λέει η Σταυρούλα Παγώνη, που, εκτός από δράσεις πεδίου, διαχειρίζεται τα οικονομικά της Κοιν.Σ.Επ. Στα επτά χρόνια που τρέχει το πρότζεκτ έχουν όλοι να διηγηθούν αξέχαστες στιγμές – περνούν άλλωστε περισσότερες από 200 ημέρες του έτους στο πεδίο, συνήθως με σκηνές, προχωρώντας μέσα στα δάση βήμα βήμα. Μαθαίνουν από τους ορειβάτες περάσματα, από τους γηραιούς κατοίκους πληροφορίες για τα λημέρια κλεφτών και συναντούν νέους ανθρώπους σαν τον Παναγιώτη Καγκιούζη στο Μυρόφυλλο, ο οποίος ήταν ο μόνος που μπόρεσε να υποδείξει το μονοπάτι της Αμβρακίας Οδού, μπαίνοντας με χαρά μικρού παιδιού μπροστάρης στη διάνοιξη.
Μονοπάτι όλων μας
Τίποτα δεν θα γινόταν χωρίς τη συνδρομή εθελοντών, η προσφορά των οποίων έχει ξεπεράσει κάθε προσδοκία, είτε αφορά χρηματικές δωρεές είτε εργασία στο πεδίο. «Είναι απίστευτο ότι πολίτες από διάφορα μέρη του κόσμου επικοινωνούν μαζί μας και προσφέρουν χρήματα», λέει η Παγώνη και συμπληρώνει: «Κάνουμε καλέσματα για το πρόγραμμα εργασιών, αλλά δεχόμαστε και οποιαδήποτε στιγμή μεμονωμένους ανθρώπους, οι οποίοι τελικά είναι περισσότεροι. Είναι πολύ ενθαρρυντικό».
Οι άνθρωποι του Pindus Trail περνούν περισσότερες από 200 ημέρες του έτους στο πεδίο, συνήθως με σκηνές, προχωρώντας μέσα στα δάση βήμα βήμα.
«Τι ωραία που είναι να υιοθετήσει ο κόσμος το έργο. Αναγνωρίζουν τα αγνά μας κίνητρα, πράγμα που θα βοηθήσει αργότερα και στη βιωσιμότητά του», λέει ο Τσιμπανάκος.
Η συνδρομή της τοπικής κοινωνίας, των συλλόγων, της αυτοδιοίκησης θα παίξει σημαντικό ρόλο. «Το μονοπάτι είναι όλων μας και όλοι μαζί θα το συντηρούμε και θα το εξελίσσουμε. Το επόμενο βήμα θα είναι η σύνδεση με τοπικά πεζοπορικά δίκτυα δώδεκα νομών. Θέλει υπεύθυνους επισκέπτες, αγάπη, πίστη και προσοχή ώστε να μην αλλοιωθεί ο χαρακτήρας της κάθε περιοχής και της πρωτογενούς ταυτότητας από το πέπλο του τουρισμού», καταλήγει.
«Το μονοπάτι είναι όλων μας και όλοι μαζί θα το συντηρούμε και θα το εξελίσσουμε», λέει ο Απόστολος Τσιμπανάκος.
Δεν θα μπορούσα να φανταστώ ακραίο τουρισμό σε περιοχές που μετρούν σήμερα 3-4 κατοίκους, εύκολα καταλαβαίνει κανείς όμως τι σημαίνει αλλοίωση της ταυτότητας στην Ελλάδα. Σκέφτομαι τα πρωινά στα Επινιανά Αγράφων με το πανόραμα των βουνών να προβάλει πίσω από την τζαμαρία του ξενώνα του Γαντζούδη, όταν ο ήλιος κάνει την κοιλάδα του Αγραφιώτη να αστράφτει.
Θυμάμαι τη συμπόρευση με μια αρκούδα στα δάση του Ασπροποτάμου, τα σκυλιά που με πήραν στο κυνήγι στη Βερλίγκα, την απόλυτη ησυχία στο Αρκουδόρεμα της Βάλια Κάλντα. Το βάδισμα στο πετρόκτιστο γεφύρι της Βίνιανης, παρατηρώντας με πόση σπουδή κατασκευάστηκε πριν από αιώνες, το τραγούδι του κυρ Αριστείδη στο καφενείο στην Αρτοτίνα, τις Εκκλησιές μέσα στο Ασπρόρεμα, όπου μέχρι τη δεκαετία του 1990 κατοικούσε μία γιαγιά χωρίς οδική πρόσβαση, και το καλώδιο του ΟΤΕ στο πουθενά, μέσα στον γκρεμό, το οποίο τοποθετήθηκε για να έχουν τηλεφωνική επικοινωνία οι γονείς με τα παιδιά που πήγαιναν σχολείο στα Επινιανά.
Θυμάμαι το σούρουπο στις πλαγιές των Βαρδουσίων, όταν ο ήλιος δύει, κάνοντας όλη την κορυφογραμμή κατακόκκινη, και τα κατακόκκινα φθινοπωρινά φύλλα στη Γραμμένη Οξιά. Την ξεκούραση κάτω από τα κλαδιά ενός τεράστιου έλατου στον Λάκμο, τις μαγικές έναστρες νύχτες στο καταφύγιο του ΠΟΑ στην Γκιώνα, τις σφαίρες από τον Εμφύλιο σε ένα κασελάκι ξεχασμένο στον Γράμμο. Την ομορφιά του τόπου και τα ίχνη των ανθρώπων. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ πολυκοσμία ή φασαρία σε όλα αυτά. Η σκέψη όμως ότι μια μέρα οι έρημες ορεινές κοινότητες και διαβάσεις μπορεί να έχουν έστω λίγη ζωή είναι κάτι παραπάνω από συγκινητική.
Πηγή:kathimerini.gr